Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Daueremittent“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Daueremittent(in) <-en, -en> SUBST αρσ(θηλ) ΧΡΗΜΑΤΟΠ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Daueremittent" σε άλλες γλώσσες

"Daueremittent" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский